διαβατος

διαβατος
    διαβατός
    δια-βᾰτός
    эол. ζάβατος 3 и 2
    1) Her., Thuc., Xen., Plat. = διαβατέος См. διαβατεος
    2) до которого легко добраться, легко доступный
    

(νῆσος δ. ἐκ τῆς ἠπείρου Her.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "διαβατος" в других словарях:

  • διαβατός — to be crossed masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατός — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 1.300 κάτ.) του νομού Ημαθίας. Βρίσκεται 9 χλμ. ΒΑ της Βέροιας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αποστόλου Παύλου. * * * ή, ό και διάβατος, η, ο (AM διαβατός, ή, όν Α και αιολ. τ. ζάβατος) [διαβαίνω] 1. αυτός… …   Dictionary of Greek

  • διαβατά — διαβατός to be crossed neut nom/voc/acc pl διαβατά̱ , διαβατός to be crossed fem nom/voc/acc dual διαβατά̱ , διαβατός to be crossed fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατόν — διαβατός to be crossed masc acc sg διαβατός to be crossed neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατοί — διαβατός to be crossed masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατῆς — διαβατός to be crossed fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατή — διαβατός to be crossed fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατήν — διαβατός to be crossed fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβατῶν — διαβάτης one who ferries over masc gen pl διαβατός to be crossed fem gen pl διαβατός to be crossed masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ampelomixia — (griech. ἀμπελομιξία; aus ἄμπελος, ámpelos, „Weinrebe“ und μείγνυμι, meígnymi, „vereinigen“) ist ein spätgriechischer Begriff, der satirisch den Geschlechtsverkehr mit Weinreben bezeichnet. Er tritt erstmals im 2. Jahrhundert n. Chr. beim… …   Deutsch Wikipedia

  • Veria — Gemeinde Veria Δήμος Βέροιας (Βέροια) …   Deutsch Wikipedia


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»